Μια γλυκιά περιπέτεια χωρίς τέλος. 10η χρονιά… και του χρόνου!
Όταν ξεκινούσε ο Λουκάς πριν δέκα χρόνια, το 2007, τον αγώνα με τον τίτλο «1ος Διεθνής Ορεινός Μαραθώνιος “Ηρακλής”», με τις τότε δυσκολίες, κανείς δεν πίστευε τη σημερινή του εξέλιξη και την διεθνή του πια ακτινοβολία μέσα από το SKYRUNNER(www.
Για την Οίτη έχουμε γράψει τόσες φορές∙ ανεβήκαμε, πεζοπορήσαμε, τρέξαμε, κουβεντιάσαμε τόσες φορές. Και όπως φαίνεται θα είναι πάντα ο τόπος αναφοράς και προορισμού για μας τους «κοντινούς». Μια ανολοκλήρωτη σχέση στα πλαίσια της ορειβασίας, της οικολογίας και της αισθητικής απόλαυσης, της εκτόνωσης και της ψυχικής ηρεμίας. Και του ορεινού τρεξίματος…
Πόσο μάλλον όταν την αγναντεύεις από το παράθυρο, απέναντι, κάθε μέρα και κάθε ώρα∙ και τη νιώθεις δίπλα σου. Ένα βουνό, μια φυσική ομορφιά με ατέλειωτα ελατοδάση, σπάνια είδη φυτών και λουλουδιών, πλούσια πανίδα με σημαντική την παρουσία του αγριόγιδου της Οίτης. «Κάθε βουνό κι η υπογραφή του», που λέει και ο Ελύτης… Πολλά νερά, που κατεβαίνουν τις περισσότερες φορές απότομα, μέσα από τα απόκρημνα και πανέμορφα φαράγγια σχηματίζοντας καταρράκτες. Πολλές πηγές-νερομάνες και πολλές βρύσες, oι ιαματικές πηγές χαμηλότερα στα Λουτρά Υπάτης. Αρκετές καταβόθρες, οροπέδια, φυσικά μπαλκόνια.
Ένας ορεινός αγώνας τρεξίματος μεγάλης διάρκειας θέλει ανάλογη προετοιμασία. Προετοιμασία σωματική, διατροφής, ψυχολογική. Προπαντός, για μας τους «ερασιτέχνες» του είδους, το τελευταίο είναι και το πιο σημαντικό. Πρέπει να «φτιάχνεσαι», που λένε, για να μπορέσεις να ξεπεράσεις τους φόβους, τις όποιες αναστολές και την ιδιαίτερη κούραση∙ την κούραση της προετοιμασίας και του αγώνα. Έτσι, δεν ξέφυγα πολύ από τα κλασσικά: αρκετή δουλειά με ανηφόρες και κατηφόρες μικρής και μεγάλης διάρκειας, αυξάνοντας σταδιακά τους ρυθμούς της προπόνησης με ένα μέγιστο στόχο και σιγά σιγά μειώνοντας έγκαιρα τις αποστάσεις, χωρίς ιδιαίτερη σπατάλη δυνάμεων. Την τελευταία βδομάδα χαλαρά με μισάωρα συντήρησης. Ταυτόχρονα ελαφριά γυμναστική, κυρίως για τους τετρακέφαλους, τους δικέφαλους και τους κοιλιακούς. Στη διατροφή, την τελευταία εβδομάδα πριν τον αγώνα προσπάθησα να πάρω υδατάνθρακες με μακαρόνια, ρύζι και πατάτες. Την παραμονή του αγώνα, συμμετοχή στην καθιερωμένη ενημέρωση από τη διοργάνωση και στο πάστα πάρτυ για όλους, στο χώρο του Γυμνασίου – Λυκείου Υπάτης.
Αλλά τα βασικά μου εφόδια, τελικά, νομίζω είναι η εμπειρία και το ένστικτο. Η εμπειρία τόσων χρόνων στο βουνό και στους ορεινούς αγώνες, αλλά και το ένστικτο του άγριου ζώου, που λέει πολλές φορές η Βάσω πως έχω. Μεγάλωσα πρώτα απ’ όλα μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον, που θεωρώ πως είναι ο πλούτος μου. Και λέω πως ξεκίνησα τη ζωή μου με την πληρότητα, που προσφέρει η φύση.(εδώ ο αφηγητής δεν κρύβει ότι υπερτονίζει τα προσωπικά του βιώματα…)
Το πρωί του αγώνα είμαστε στην Υπάτη με την μάνατζερ μου στη ζωή, και προσωπική μου φωτογράφο, τη Βάσω, έτοιμος στην αφετηρία για δέκατη φορά φέτος. Όλα θυμίζουν γιορτή. Βγαίνουν οι φωτογραφίες και ακούμε τις τελευταίες οδηγίες από τους διοργανωτές: Έχουμε το δικό μας παγούρι για νερό, γιατί δεν δίνονται μπουκάλια και ποτήρια για ευνόητους λόγους και «…δεν πετάμε σκουπίδια. Όχι μόνο γιατί αυτό τιμωρείται αλλά και γιατί οι αθλητές αντοχής πρέπει να έχουν αυξημένη περιβαλλοντική ευθύνη. Η συμπεριφορά αυτή, το να πετάμε σκουπίδια, δε συμβαδίζει με τις αρχές και τα ήθη των αθλητών και των ανθρώπων που αγαπούν τη φύση»
Η εκκίνηση του αγώνα δόθηκε στην κεντρική πλατεία της Υπάτης με τους αθλητές των δύο άλλων αγώνων, του Ελλέβορου και των Φαρμακίδων, να χειροκροτούν αναμένοντας τη δική τους εκκίνηση. Μπαίνουμε στο μονοπάτι των Φαρμακίδων, αφού εξαντλήσουμε τα πρώτα 500μ σε άσφαλτο και τα επόμενα 500μ σε έντονα ανηφορικό χωματόδρομο και κάνοντας τις πρώτες δοκιμές στα βασικά «εργαλεία»: καρδιά, σφυγμούς, αναπνοές. Περνώντας δίπλα από το σπηλαιοβάραθρο της Ανεμότρυπας κατεβαίνουμε με μικρές τραβέρσες στο ποτάμι, το περνάμε στην κρεμαστή γέφυρα και ανηφορίζουμε απέναντι μέχρι το Καπνοχώρι. Σιγά σιγά οι αναπνοές επιταχύνονται και οι πρώτες σταγόνες ιδρώτα αρχίζουν να τρέχουν στο μέτωπο.
Στο Καπνοχώρι (στο 3,1ο χιλ), είναι ο πρώτος Σταθμός με τους εθελοντές του χωριού. Περνώντας μέσα από το χωριό συνεχίζουμε τον δασικό δρόμο, που ελίσσεται απέναντι από τη Ροδοκάλους και πάνω από το φαράγγι. Είναι ένα όμορφο φθινοπωρινό πρωινό και οι δρομείς ανεβαίνουν στις δασωμένες πλαγιές, ενώ ο ήλιος της Οίτης τονίζει τα χρώματα και μεγαλώνει τη διάθεση. Κάτω το ποτάμι, ο θεός Σπερχειός, και η κοιλάδα, και ψηλά το βουνό.
Φθάνουμε στην Καστανιά, στον δεύτερο Σταθμό(7ο χιλ της διαδρομής, 1040μ υψόμετρο). Ο χρόνος μου: μία ώρα και δέκα λεπτά, στα πλαίσια του στόχου. Βοηθάει αυτό να ξέρεις ότι πας καλά για ψυχολογικούς λόγους. Αφήνουμε την Καστανιά, περνάμε την βρύση αμέσως μετά το χωριό και τα σημάδια μας οδηγούν στο μονοπάτι, πότε πάνω και πότε κάτω από την άσφαλτο, μέσα στα έλατα Στο 1,5 χιλ περίπου από την Καστανιά ανεβαίνουμε στην άσφαλτο και την αφήνουμε σχεδόν αμέσως παρακάμπτοντας από αριστερά την εξοχική κατοικία και παίρνοντας το παλιό όμορφο μονοπάτι μέσα στο δάσος, που ένωνε το Νεοχώρι με τον κάμπο και χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα στις μετακινήσεις των κοπαδιών .
Περνάμε την ποτίστρα στις Κορομηλιές – η οποία δεν έχει νερό γιατί η υδρομάστευση χρειάζεται συντήρηση – και βγαίνουμε στην Πάθενα περνώντας το Παθενόρεμα, όπου το χειμώνα του 1938 χάθηκαν σε χιονοστιβάδα τα δύο κορίτσια που κατέβαιναν στην Υπάτη από το Νεοχώρι. Στην Πάθενα συναντάμε ξανά την άσφαλτο που οδηγεί στο Νεοχώρι. Είναι ένα διάσελο με μοναδική θέα στα Βαρδούσια, τη Γκιώνα και τη Γραμμένη Οξιά. Εδώ είναι και ο τρίτος Σταθμός (10,8 χιλ, 1460μ υψόμετρο) που τον κρατάει κάθε χρόνο ο Σύλλογος Γυναικών Μεξιατών. Ο χρόνος μου κι εδώ μέσα στο στόχο, κάτι λιγότερο από δύο ώρες.
Από το διάσελο της Πάθενας κινούμαστε νότια ακολουθώντας στην αρχή το δασικό δρόμο και στη συνέχεια το ανηφορικό μονοπάτι. Μπροστά μας το Ζηρέλι, το μικρό οροπέδιο, ακριβώς κάτω απ’ τον Αετό(1697μ). Περνάμε τον Αετό από δεξιά και συνεχίζουμε πάνω από τα Μνήματα – κάτω ακριβώς είναι η στάνη του Ηλία Χονδραλή – ανεβαίνοντας για την Τούρλα.
Αυτή είναι η πρώτη πραγματική ανηφόρα! Μετράω διαρκώς τα χιλιόμετρα, τις ώρες, τα λεπτά. Εδώ μετράω αναπνοές ως τα εκατό∙ και ξανά από την αρχή. Πάει, τελείωσε κι αυτή η ανηφόρα! και είμαστε στην Τούρλα (1779μ, στο 13,4 χιλ)
Κάτω
στο βάθος
τόσα πέλματα βαριά
τόση βουή με καταρράχτες
ακούγονται να σπάζουν επιφάνειες
κατρακυλάν στις φλέβες μας ποτάμια…
[Μιχάλης Κατσαρός]
Κατεβαίνουμε σε ένα απότομο στην αρχή κατηφορικό κομμάτι και φθάνουμε απέναντι στο εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, που πανηγυρίζει κάθε χρόνο στις 29 Ιουνίου στη «γιορτή της στρούγκας», συγκεντρώνοντας τους κατοίκους του Νεοχωρίου και όχι μόνο. Είμαστε χαμηλά κάτω από το Βλίτο, στα δεξιά μας ορθώνεται ο στιβαρός όγκος του Ζαμπιοτσούμαρου, ενώ στα ριζά του κυλάει το ρέμα της Ασπρόβρυσης και παράλληλα το αυλάκι, που φέρνει το νερό χαμηλότερα, στους Νεοχωρίτικους κήπους. Τρέχοντας, απολαμβάνουμε τις έντονες μυρωδιές από τους θάμνους και τα άγρια βότανα στις πλαγιές και στις ρεματιές.
Από το εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων κατηφορίζουμε νοτιοδυτικά ακολουθώντας το «Μονοπάτι των Τσοπάνηδων», που διασχίζει το δάσος με έλατα παράλληλα με το αρδευτικό αυλάκι και καταλήγει στην κορυφή στο Νεοχώρι, στη βρύση (17,3 χιλ 1335μ υψόμετρο), όπου και ο 4ος Σταθμός που τον κρατάει ο Πολιτιστικός Σύλλογος του χωριού. Κι εδώ ο χρόνος μου μέσα στο στόχο, κάτι λιγότερο από τρεις ώρες.
Ακολουθούμε στη συνέχεια «το Μονοπάτι των Τσοπάνηδων», με την γκλίτσα στην πινακίδα της σήμανσης. Είναι το μονοπάτι που ακολουθούσαν οι βοσκοί στο παρελθόν για να οδηγήσουν τα κοπάδια τους στα ορεινά βοσκοτόπια. Ξεκινάει από το Νεοχώρι στο τέλος του ασφαλτοστρωμένου δρόμου στην κορυφή του χωριού, όπου και η πέτρινη βρύση. Η διαδρομή ακολουθεί χωματόδρομο για 400 μ. με ΒΑ κατεύθυνση, δίπλα στον υδραύλακα που ποτίζει τα κτήματα του χωριού. Στη συνέχεια κατηφορίζει ήπια προς το ρεματάκι που έρχεται από ανατολικά, περνάει στην άλλη πλευρά του ρέματος, προς τα νότια, με ήπια ανοδική πορεία, διασχίζοντας το πανέμορφο πυκνό δάσος ελάτης. Ανεβαίνει σε διάσελο έχοντας τη μαγευτική θέα των Βαρδουσίων στα νότια.
Ακολουθώντας κατεύθυνση νοτιοανατολική, περνάει μέσα από εγκαταλειμμένα χωράφια με κέδρους, αγριοκορομηλιές και κράταιγους, μάρτυρες των παραδοσιακών αγροτικών δραστηριοτήτων του παρελθόντος και συναντάει στην πλαγιά μαλόκεδρο μεγάλης ηλικίας. Από εδώ το μονοπάτι στρέφεται ανατολικά ανηφορίζοντας σε μια πλαγιά με πολλές πέτρες και φτάνει στην τοποθεσία «Πυργάκια». Κατηφορίζει λίγο στο μακρόστενο οροπέδιο «Κάμπος», που το διασχίζει αυλάκι με νερό και συνεχίζοντας φτάνει στο μεγάλο λιβάδι «Δρακοπηδήματα», όπου βρίσκεται στρούγκα για τα γιδοπρόβατα και μικρό πέτρινο σπιτάκι για πρόχειρο κατάλυμα του τσοπάνη. Εδώ φτάνει το πέτρινο αυλάκι από την πηγή «Κυδωνιά», που κατασκευάστηκε το 1961 από ηπειρώτες μαστόρους για να ποτιστεί το λιβάδι.
Στα Δρακοπηδήματα (22,5ο χιλ της διαδρομής) είναι ο 5ος Σταθμός, που τον κρατάει πάντα ο Φιλοπρόοδος Όμιλος Λουτρών Υπάτης(Φ.Ο.Λ.Υ.). Από δω αρχίζει η ανάβαση για την κορυφή, στον Πύργο, με ομαλές τραβέρσες στην αρχή και την τελική σχετικά απότομη κλίση. Από αυτό το σημείο και μέχρι την κορυφή πρέπει να με προσπέρασαν πολλοί. Εγώ δεν προσπέρασα κανέναν. Μόνο κάποιος εγκατέλειψε μπροστά και μπήκε στο τζιπ που ανέβηκε μέχρι εκεί. Δεν έφθανε η κούραση, ήρθαν και οι κράμπες. Με βοήθησαν ο Νίκος με τις κάψουλες του μαγνήσιου και η Αγγελική. Οφείλω να τους ευχαριστήσω. Βρισκόμουνα στο αποκορύφωμα της εξάντλησης. Ίσως έγινε αυτό που είπε ο Νίκος: έπαθα μίνι αφυδάτωση. Έπινα νερό, αλλά δεν υπολόγισα σωστά την ζέστη. Στο πρώτο ρυάκι που βρήκα μπροστά μου γέμισα ξανά το παγούρι. Από κει και μετά ο καιρός άλλαξε, άρχισε ο δροσερός αέρας και τα σύννεφα πύκνωσαν.
Η εξάντληση στο μέσον του αγώνα θεωρείται καθεστώς και είναι και λίγο εγκεφαλικό. Δεν μπορείς να φορτσάρεις αδιάκοπα και να παραμένεις αλύγιστος μπροστά στην κούραση. Παρά ταύτα οι μύες μου δεν ήταν πια σε θέση να συγκαλέσουν «λαϊκό δικαστήριο» να με τιμωρήσουν και φαίνονταν να έχουν αφήσει στην άκρη τις γκρίνιες σε μια προσπάθεια να επανακάμψουν. Έρχεται έτσι ευχάριστα η ανακούφιση, όταν αρχίζεις να λύνεις ξανά το «δεμάτι» των δυνάμεων που είχες φτιάξει για τον αγώνα…
«Ν’ ανεβώ στην κορφή σου, να πετάξω στη γης ένα λουλούδι…» λέει η Μαρίνα Τσβετάγεβα. Ν’ ανεβώ στην κορυφή σου Οίτη, να πετάξω… λέω εγώ. Βρισκόμαστε στον Πύργο, στην ψηλότερη κορυφή του βουνού, στα 2.152μ υψόμετρο και στο 25,6ο χιλ της διαδρομής. Η Νιόβη κρατά τον έλεγχο, όπως κάθε φορά τα τελευταία χρόνια.
Φθάνοντας στην κορυφή όλα άλλαξαν… Κατάλαβα αμέσως ότι ήμουν ακόμα σε θέση να τρέχω και μπήκα ξανά στον αυτόματο πιλότο χωρίς κανένα σταματημό. Φαίνεται ότι λειτούργησε μέσα μου κάποιος συναγερμός και το τρέξιμο άρχισε να αγγίζει ξανά τη σφαίρα του μεταφυσικού. Δεν νιώθω τόσο κουρασμένα τα πόδια μου και έχω όρεξη να τρέξω ακόμα πιο πολύ. Και σκέφτομαι: πώς να σε ονομάζουν άραγε αυτή την ώρα οι θεοί…
Κι αρχίζει το κατέβασμα με ένα πρώτο δύσκολο κομμάτι στα κουτουρού και αμέσως μετά πιάνουμε τις πλαγιές και τα οροπέδια απέναντι από την Αλύκαινα και το Γρεβενό. Οι δοκιμές της νέας κατάστασης αποδίδουν παραπάνω από τα αναμενόμενα και οι ανάσες ρεγουλάρονται. Στο διάσελο της Αλύκαινας(27,8ο χιλ της διαδρομής, 1938μ υψόμετρο) είναι ο 6ος Σταθμός. Μετά το διάσελο ανεβαίνουμε στην Αλύκαινα(2052μ υψόμετρο), την τρίτη κορυφή της Οίτης, και στη συνέχεια ένα εύκολο κατηφορικό μονοπάτι μας οδηγεί στις Λιβαδιές, το κεντρικότερο σημείο του Εθνικού Δρυμού, όπου είναι και ο 7ος Σταθμός(30,6 χιλ του αγώνα), που θεωρείται ο κεντρικός σταθμός ανεφοδιασμού.
Περνώντας από τις Λιβαδιές ο αγώνας μεταφέρεται – με έντονο ανηφορικό μονοπάτι 1,5 χιλ και μέγιστη κλίση 30º – στο Γρεβενό, στην 2η ψηλότερη κορυφή της Οίτης(2114μ, στο 32,1 χιλ), όπου ο Νίκος κρατάει τον Σταθμό Ελέγχου και θεωρεί υποχρεωτικό να χτυπήσουμε το κεφάλι στο τσιμέντο του υψομετρικού! Ο καιρός άλλαξε άρδην, έρχονται οι πρώτες σταγόνες, ο αέρας δυναμώνει και ο φόβος της βροχής και των κεραυνών είναι υπαρκτός. Από το ίδιο μονοπάτι επιστρέφουμε στις Λιβαδιές(8ος Σταθμός.33,6 χιλ), όπου μπορούμε να έχουμε ξανά ανεφοδιασμό.
Στο κατέβασμα του Γρεβενού – χρόνος ανέβασμα και κατέβασμα για μένα: 40΄ – δηλώνω επίσημα «κατηφοράκιας». Δεν είναι κανένα μυστικό: η έντονη ανηφόρα απαιτεί κυρίως καρδιοαναπνευστική ικανότητα, που εγώ δεν την έχω, ενώ η κατηφόρα είναι εντελώς διαφορετική υπόθεση. Είναι κυρίως τεχνική∙ και λέω πως την έχω. Κάποιοι με ρωτάνε αν έχω βάλει κάτι στα μπατόν και πώς δεν τραυματίζονται οι τετρακέφαλοι. Το μεγαλύτερο ζήτημα για το τρέξιμο σε κατηφόρα είναι να προετοιμάζουμε σωστά τους μύες των ποδιών μας, ιδίως τους τετρακέφαλους, δικέφαλους και γλουτιαίους, και τα «αμορτισέρ» της μέσης. Γυμνάζω τους τετρακέφαλους σχεδόν καθημερινά, με βαράκια και ψαλιδάκια, και προπονούμαι κάνοντας πολλές επαναλήψεις ανηφόρας – κατηφόρας στη γειτονιά που μένω στη Λαμία, γιατί έχουμε τέτοιες κλίσεις και είμαι τυχερός γι’ αυτό. Η τεχνική στην κατηφόρα είναι να μη γέρνουμε προς τα πίσω και να κάνουμε μικρά βήματα με μεγάλη συχνότητα μειώνοντας έτσι το χρόνο επαφής των ποδιών με το έδαφος για να μην γλιστρήσουν, βλέπουμε 4-5 μέτρα μπροστά και επιλέγουμε γραμμή πορείας χωρίς χρονοτριβή και πολλές σκέψεις. Χαλάρωσε. Δεν κινδυνεύεις να σκοτωθείς. Μην σφίγγεσαι. Το διασκεδάζουμε. Φωνάζουμε και τρέχουμε χαρούμενοι για να ανταποκριθεί το σώμα. Το σώμα καταλαβαίνει κι ανοίγει, όσο εμείς ανοίγουμε τις χορδές της καρδιάς μας.
Με ελάχιστη προσπάθεια πείθω όλους μου τους μύες ότι πια «το έχουμε». Το μονοπάτι γνωστό, μόνο η στιγμή είναι βιαστική και άγνωστη. Σημαίνει ότι εντείνω τις προσπάθειες και διατηρώ σε πλήρη ετοιμότητα όλες τις δυνάμεις. Ακολουθώντας το δασικό δρόμο πάνω από το ορειβατικό καταφύγιο, μπαίνουμε σε λίγο στα τελευταία επτά περίπου χιλιόμετρα του γνωστού μονοπατιού Υπάτη – Καταφύγιο. Στην Περδικόβρυση είναι ο προτελευταίος Σταθμός που τον κρατάει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Κομποτάδων με τα γνωστά στους δρομείς καρπούζια, που μοιράζουν. Πρέπει να πούμε ότι όλες οι αθλητικές διοργανώσεις για να έχουν επιτυχία απαιτούν τη συμμετοχή πολλών εθελοντών. Πόσο μάλλον αυτές που έχουν λαϊκό χαρακτήρα. Οι διοργανωτές του Μαραθώνιου έχουν καταφέρει να φέρουν κοντά στον αγώνα την τοπική κοινωνία και να συμμετέχουν οι φορείς σε όλες τις φάσεις του.
Στη συνέχεια η Αμαλιόλακα και η Αμαλιόβρυση και ο τελευταίος σταθμός, ο 10ος, στη Ροδοκάλους, 2,6 χιλιόμετρα πριν το τέλος. Στα τελευταία αυτά χιλιόμετρα έχει σκληρό τεραίν με πέτρες και θέλει ιδιαίτερη προσοχή για τραυματισμό. Γιατί «Τελευταία ώρα, με μεγάλη φόρα»… που λέει κι ο Σουρής.
Και πάντα όταν πλησιάζω στην Υπάτη και στον τερματισμό, σκέφτομαι διάφορα. Σκέφτομαι να πέφτω λίγο πριν το τέρμα, να μένουν τα πόδια μου μετέωρα, αλύγιστα κι ακίνητα, όπως ο εφιάλτης στον ύπνο μου, να μην είναι κανείς στην πλατεία και να τερματίζω μόνος μου. Διάφορες κακές σκέψεις. Στο τέλος όμως μένω σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά. Τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει και όντως στην τελική κατηφόρα τα πόδια μου χτυπούν στο λιθόστρωτο με δύναμη και τα γόνατά μου παραμένουν σταθερά. Ο κίνδυνος έχει περάσει…
Εφτά ώρες και σαρανταοκτώ λεπτά(7:48’:10΄΄) ο χρόνος μου, είκοσι εφτά λεπτά(27΄) καλύτερα από πέρυσι, κάθε φέτος και καλύτερα. Αυτό μου δίνει φτερά και εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι μπορώ να γυρίσω πίσω, με την όπισθεν στην κορυφή…. Ναι, πόδια βαριά και ασήκωτα, αλλά όμως πόδια που δεν θέλουν να εγκαταλείψουν την Οίτη.
Με απόλυτη επιτυχία και νικητή το… συνήθη ύποπτο, Δημήτρη Θεοδωρακάκο, ολοκληρώθηκε στην πανέμορφη Οίτη, o “Hercules Marathon”, προτελευταίος σταθμός του φετινού πρωταθλήματος “Skyrunner Series 2016 by Salomon”. Η εκκίνηση για τους λάτρεις του ορεινού τρεξίματος, δόθηκε στις 8 το πρωί της Κυριακής στην κεντρική πλατεία της Υπάτης. Οι αθλητές κάλυψαν μια απόσταση 42.350 μέτρων με 2.730μ. θετικής υψομετρικής περνώντας μέσα από τοπία μοναδικής ομορφιάς και τρεις κορυφές πάνω από τα 2.000μ!
πηγή: http://www.runningnews.gr/
Αυτό που έχει να κερδίσει κανείς από αυτή την εμπειρία είναι η γνώση και η μνήμη. Δεν έχει σημασία να αγωνίζεσαι ενάντια στο χρόνο. Αυτό που μετράει περισσότερο είναι πόσο καλά μπορώ να περάσω, αν θα μπορέσω να τρέξω τα 42,35 χιλιόμετρα και να το ευχαριστηθώ. Να αντλώ ευχαρίστηση και να μετρώ πράγματα, που δεν μετριούνται με αριθμούς και να ψάχνω στα τυφλά ένα συναίσθημα περηφάνιας. Δεν είμαι κανένας νεαρός, που επιδιώκει να σπάσει κανένα ρεκόρ, ούτε καμιά άψυχη μηχανή που κινείται αέναα. Ούτε λίγο ούτε πολύ δεν είμαι παρά ένας, κατά τα φαινόμενα ειλικρινής, 60+ χομπίστας ορειβάτης και δρομέας, που γνωρίζει τα όριά του και που θέλει να γαντζωθεί από τις ικανότητές του και τη ζωτικότητά του για όσο το δυνατόν περισσότερο.
«Ψάλω κι εγώ ευγνώμων, τον μαραθωνοδρόμον»
Ω νικητών απόγονε κι Αμαρουσίου θρέμμα,
έστεψε τους θριάμβους σου το θριαμβεύον Στέμμα,
Διάδοχοι και Πρίγκηπες σ᾿ επήραν αγκαλιά,
ξένες περιηγήτριες σ᾿ εχόρτασαν φιλιά,
κι ίσως, λεβέντη χωρικέ και πρώτο παλληκάρι,
καμμία Μις παράξενη θελήσει να σε πάρει.
(…)
μα συ γι᾿ αυτά κι αυτά
μη δίνεις δυο λεφτά.
Άκου με φλέγμα στωικὸν το τί καθείς σου ψάλλει
και μην αφήνεις το τσαπὶ για ν᾿ αποδείξεις, τσελεπή,
πως έχεις σαν τα πόδια σου γερὸ και το κεφάλι.
[Γιώργος Σουρής]
Έτσι τρέξαμε. Με γνώση και επίγνωση∙ και μονάχοι∙ μέσα στο εσωτερικό μας πάθος για αγώνα, για κάθε αγώνα στη ζωή, αγκαλιάζοντας ανηφόρες και κατηφόρες το ίδιο, με θετική σκέψη. Κι αφήσαμε το βουνό… και πίσω φύτρωναν κυκλάμινα…
Και του χρόνου στον 11ο Μαραθώνιο της Οίτης «Hercules Mountain Marathon» Λαμία, Οκτώβρης 2016
Στέφανος Σταμέλλος
http://www.e-ecology.gr/
http://e-onthemountain.